Ένα blog στο Ρουπάκι - Ίσκιος επικοινωνίας!

Στον ηλεκτρονικό του ίσκιο δημιουργησαμε μαζί έναν ανοιχτό χώρο ενημέρωσης, σκέψης και προβληματισμού για την ζωή μας σε όλες της τις εκφάνσεις. Για πράγματα που αγαπάμε αλλά και που μας ενοχλούν.

Φιλόξενος τόπος για ενημέρωση, προβληματισμό και δραστηριοποίηση για τα τοπικά πράγματα αλλά και για θέματα από αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, ανοιχτός ακόμα και σε "θυμωμένες" απόψεις με ευπρέπεια και σεβασμό.

Στη δύσκολη συγκυρία θα προσπαθήσουμε να κάνουμε τον ίσκιο μας σημείο συνάντησης και επικοινωνίας για τους συμπολίτες μας και να προτείνουμε λύσεις και διεξόδους για τον τόπο μας που μοιάζει να μην μιλάει με τους ανθρώπους του.

Ξεκινώντας από απλά και μικρά που θα μας επιτρέψουν να ξαναγνωριστούμε και να μάθουμε να συζητάμε και να συνεργαζόμαστε, να λύνουμε προβλήματα.

Δικέλης Βλιχός: Δεν το γλέπουμε που μας περιγελά;

Δικέλης Βλιχός
Δεν το γλέπουμε που μας περιγελά;

Με το συμπάθιο, δηλαδή, πατριώτες άτομα, σύλλογοι και ό,τι άλλο ειμάστενε. Αφήσαμε να διαπραχτεί τέτοιο ανοσιούργημα στο λιμάνι; Προς τι οι φωνασκίες έστω κι οι καταγγελίες αν κάμαμε κιόλας; Έγινε τίποτσι; Εκειό ολόρτο παραμένει και μειδιά χαιρέκακα χεσμένο από τη χαρά του για την έλλειψη σχεδιασμού και την αδιαφορία ούλωνε των υπεύθυνώνε απέναντι στην καλαισθησία τση περιοχής και την υγεία μας. Εψές το ετήραα και μου εφάνηκε ότι εκογιόναρε όχι εμάς, αλλά εκειούς που το εφκιάσανε και το εστελιάσανε. Τη μια μέρα, λέει, θα κογιονάρει εκειούς και την άλλη ούλους εμάς, τσου…περαβρεχείτες-ωχαδερφιστές.

Ωρέ, πατριώτες, αφήκαμε ένα έχτρωμα, ένα στοιχειό, ένα μόμολο να περιγελά τον πολιτισμό και το μέλλον του τόπου μας και πιστέψτε με δεν ημπορώ να φανταστώ ποιο τσερβέλο το σκαρφίστηκε και ποια κουριοζιτά το επέβαλε. Έπιασα τ’ απολληώρα τον εαυτό μου να λέει: «Μα καλά δεν υπάρχει κανένας σε τούτονε τον τόπο»;

Φαντάζεστε τα παιδιά μας του μέλλοντος τι θα λένε; Ελπίζω βέβαια σε αυτά να κάμουνε κάτι που εμείς εσταθήκαμε ανίκανοι να το κάμουμε. Και να ‘τανε μόνο αυτό!

Ταπώνοντας ετούτο μου το λογίδριο, σας αφιερώνω και σε μένανε δηλαδή, ένα ποίημα και πάλε συγχωράτε μας αν μας τσούξει. Είμαι κι εγώ μέσα σε ό, τι σατιρίζω. Και μάλιστα ο πρώτος κι ο καλύτερος. Εκειός που μας τα ψέλνει είναι ο άλλος, ο ποιητάρης. Αλλά για ούλους μας υπάρχει περιθώριο για διόρθωση και πάντα λογάτε τα μεγάλα αλώνια μάς προσμένουνε συλίντρεχους για τα γλέντια ύστερις από τσι μεγάλες νίκες…


Η ΤΕΧΝΗ ΘΕΛΕΙ ΔΟΥΛΕΨΗ
ή ΓΙΑ ΟΥΛΟΥΣ ΤΣΟΥ ΠΕΡΑΒΡΕΧΕΙΤΕΣ-ΩΧΑΔΕΡΦΙΣΤΕΣ

Υπάρχει κάποιος άνθρωπος στης ζήσης μας τ’ αγιάζι
σοφό, αγύρτη πές τονε, διόλου δεν τον νοιάζει,
παράξενος στη όψη του, φευγάτος στη μιλιά του
μύγα δε σκώνει στο σπαθί ούτε και στην … κοιλιά του.

Τον είδα που εσάλιωνε και κόλλαε το τσιγάρο
καθόταν στο πεζούλι του, κάπνιζε ωσάν φουγάρο
εφώναζε τσι γάτες του, κάλεσε τα σκυλιά του:
«Ακούτε ρε τι θα σας πω» κι ύψωσε τη μιλιά του:

«Εγώ εκειούς που σκούζουνε και σκίζουν τα παλιά τσου
τσου βάζω ίσαμε με κειούς που αρνιούνται τη δουλειά τσου
και η δουλειά τσου είναι εκεί σε κάθε δυσκολία
για να γκρεμίζουν ό,τι βγεί δίχως καμιά δειλία
κειο που χαλάει το λαό, την ομορφιά, τη φύση
να ξεσηκώνουνε τη γης τση γνώσης το μεθύσι
να κτίζουν, να οργώνουνε τα εύφορα χωράφια
για τα παιδιά που ψάχνουνε τρέχοντας σαν ελάφια!

Μα αντί γι’ αυτό χορεύουνε κι έχουνε μόνο λόξες
και κάθουνται μονάχοι τσου πα τσι παλιές τσι δόξες
κοιμούνται μες στα σπίτια τσου και τσι παχιές καθήκλες
και γλείφουνε τα χέρια τσου και τρών συνέχεια πίκλες.
Κάνουν μονάχα τσου βαριούς και με τσου λίγους πάνε
το ονόρε έχουν στο μυαλό και τούμπανα βαράνε.
Αλλά και όσους κάθουνται μακριά και όλο λένε
κάνοντας μόνο κριτική, μα τα μαλλιά τους πλένε.

Κι η εξουσία τσου αγαπά, τσου γλείφει άμα λάχει
ακούνε τα σιγόντα τσου, ίσαμε απά στη ράχη…

Αλλά τα λέω και τσου δυο, γιατί σε όλα μοιάζουν
κι ό,τι κι αν λέτε, φίλοι μου, εμέ δε με τρομάζουν
τσι λέξεις έχω σύμμαχους, τσου στίχους και τη ρίμα
για να γενεί το χτήριο ένα πανώριο ποίημα.
ποιο χτήριο; μα το θεριό που λένε πρόοδο, μνήμη
μακριά από εμένανε τ’ ονόρε και η φήμη.

Αν θέτε μάγκες τσι φωνές θα σας τσι κάμω μύριες
κάτσετε και δουλέψετε και μην πετάτε πύριες
παρί να βγάλτε το ξινό απ’ το βαθύ βαρέλι
να πάμε, να τρυγήσουμε κει πάνου στο αμπέλι
να στήσουμε τρικούβερτο χορό κι ένα τσιμπούσι
κι ας είμαστε αδερφάκι μου στου Δου Νου Τού το πούσι!

Κι αμά να πάμε στου αλωνιού την όμορφη τη θέα
και προτού κλείσει οπού λες τση μέρας η αυλαία
να ρίξουμε έναν Μέρμηγκα να υμνήσουμε την τέχνη,
η τέχνη θέλει δούλεψη, το αραλίκι ζέχνει ».

Δικέλης Βλιχός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια που δεν είναι γραμμένα στα ελληνικά απορρίπτονται.