Δικέλης Βλιχός
Πρόγραμμα που σε διάβασα των Εορτίων Σάμης
(υπό την αιγίδα της Κ.Ε.ΔΗ.ΚΕ)
Πρόγραμμα που σε διάβασα, εγώ, δεν ξέρω ούτες
να τσι στελιάζω γλήγορα τσι ήμερες μπαρμπούτες
μα συ που ξέρεις πιο πολλά, εμένα πες του αστείου
πώς τσι φορούν, να γκαινιαστώ την όψη μπαμπαφίου.
Ν’ ακουρμαστώ και να τηρώ τσι φίνες παπαρδέλες
κι αμά να στρίβω κεφαλή να γλέπω τσι κοπέλες
οπού πετούνε σαν πουλιά και φεύγουνε και πάνε
κι αμά στο βάθος του μυαλού τρυπώνουν και με σκάνε.
Και σε παρακαλώ πολύ τσι μέσα σου σελίδες
να πεις σε όλους, έρκομαι, μην πεις πως δε με είδες
να πεις πως το παπόρο μας τ’ απόγιομα στη Σάμη
φέρνει αθρώπους, γιώτα χι, ψυγεία με σαλάμι.
Βάλε δε τσι σελίδες σου πως το άγαλμα του ναύτη
θα το γουδέρουν εδεκεί, στην άκρη τση πλατείας
πως η εκκλησιά, η χάρη τση, έχει καντηλανάφτη
κι εμένα βάλε ηθοποιό μιας θείας κωμωδίας.
Επίσης γράψε ακριβώς, μη λησμονήσεις, τώρα,
«κουνιούνται οι βάρκες στο γιαλό τσι τέσσαρες η ώρα»,
«δίνουν καφέ τριφούσκαλο τσι τρεις τα καφενεία»
και πως «την Πέφτη το πουρνό μας φεύγει η ανία».
Τα κάστρα κατά πού θωρούν, οι άσπρες παραλίες;
κατά πού πέφτει το Λουτρό κι η μακρινή Αντίσα
που θα μπανιαριζόμαστε οι αρχόντοι κι οι παρίες;
βάλε σχεδιαγράμματα, αλλιώς ποιείς τη …νήσσα…
Να μην ξεχάσεις πρόγραμμα και μη μου το αρνιέσαι
να βάλεις τσι σελίδες σου το Μέγιστο Μνημείο
τση Σάμης μας το σύμβολο, δεν ξέρω αν καυχιέσαι,
πώς θα το βρει το πόπολο μπρος στο Λιμεναρχείο;
Και να μου συγχωρέσεις, ναι, για θα το μαρτυρήσω
στη μουσική την έκπληξη, δε θα αργοπορήσω
θα φέρω σκύλους και γατιά και μπόλικα κουτάβια
νταούλια κι έναν ντενεκέ, φορτσάτος για νιαρ-γάβια.
Α! μην ξεχάσεις, σε καλώ και να το σημειώσεις
με τα πυροτεχνήματα και τσι φωτιές στα ουράνια
να με καλέσεις να τα δω, να βγω απ’ την αφάνεια
να σε φιλήσω σταυρωτά, πό ’χεις πολλά οργανώσει!
Αλλά, καλό μου πρόγραμμα, δεν έπιασες χαμπάρι
πως η πανούργα Κεδηκέ με περισσό καμάρι
ψιθύρισε έτσι μουλωχτά; «άστο κειο να τα γράψει
για να μη φαίνομαι, εγώ, μονάχο να πλαντάξει»!
Και η στριμμένη τήραε προς τ’ Αργοστόλι, είδα!
έβγαλε από τη φούστα τση και του ’δωκε σφραγίδα
κι είπε χεσμένη από χαρά: «εκεί θα φάω γίδα
τσου Σαμικούς εδώρισα για πάντα την …αιγίδα».
Δικέλης Βλιχός
Πρόγραμμα που σε διάβασα των Εορτίων Σάμης
(υπό την αιγίδα της Κ.Ε.ΔΗ.ΚΕ)
Πρόγραμμα που σε διάβασα, εγώ, δεν ξέρω ούτες
να τσι στελιάζω γλήγορα τσι ήμερες μπαρμπούτες
μα συ που ξέρεις πιο πολλά, εμένα πες του αστείου
πώς τσι φορούν, να γκαινιαστώ την όψη μπαμπαφίου.
Ν’ ακουρμαστώ και να τηρώ τσι φίνες παπαρδέλες
κι αμά να στρίβω κεφαλή να γλέπω τσι κοπέλες
οπού πετούνε σαν πουλιά και φεύγουνε και πάνε
κι αμά στο βάθος του μυαλού τρυπώνουν και με σκάνε.
Και σε παρακαλώ πολύ τσι μέσα σου σελίδες
να πεις σε όλους, έρκομαι, μην πεις πως δε με είδες
να πεις πως το παπόρο μας τ’ απόγιομα στη Σάμη
φέρνει αθρώπους, γιώτα χι, ψυγεία με σαλάμι.
Βάλε δε τσι σελίδες σου πως το άγαλμα του ναύτη
θα το γουδέρουν εδεκεί, στην άκρη τση πλατείας
πως η εκκλησιά, η χάρη τση, έχει καντηλανάφτη
κι εμένα βάλε ηθοποιό μιας θείας κωμωδίας.
Επίσης γράψε ακριβώς, μη λησμονήσεις, τώρα,
«κουνιούνται οι βάρκες στο γιαλό τσι τέσσαρες η ώρα»,
«δίνουν καφέ τριφούσκαλο τσι τρεις τα καφενεία»
και πως «την Πέφτη το πουρνό μας φεύγει η ανία».
Τα κάστρα κατά πού θωρούν, οι άσπρες παραλίες;
κατά πού πέφτει το Λουτρό κι η μακρινή Αντίσα
που θα μπανιαριζόμαστε οι αρχόντοι κι οι παρίες;
βάλε σχεδιαγράμματα, αλλιώς ποιείς τη …νήσσα…
Να μην ξεχάσεις πρόγραμμα και μη μου το αρνιέσαι
να βάλεις τσι σελίδες σου το Μέγιστο Μνημείο
τση Σάμης μας το σύμβολο, δεν ξέρω αν καυχιέσαι,
πώς θα το βρει το πόπολο μπρος στο Λιμεναρχείο;
Και να μου συγχωρέσεις, ναι, για θα το μαρτυρήσω
στη μουσική την έκπληξη, δε θα αργοπορήσω
θα φέρω σκύλους και γατιά και μπόλικα κουτάβια
νταούλια κι έναν ντενεκέ, φορτσάτος για νιαρ-γάβια.
Α! μην ξεχάσεις, σε καλώ και να το σημειώσεις
με τα πυροτεχνήματα και τσι φωτιές στα ουράνια
να με καλέσεις να τα δω, να βγω απ’ την αφάνεια
να σε φιλήσω σταυρωτά, πό ’χεις πολλά οργανώσει!
Αλλά, καλό μου πρόγραμμα, δεν έπιασες χαμπάρι
πως η πανούργα Κεδηκέ με περισσό καμάρι
ψιθύρισε έτσι μουλωχτά; «άστο κειο να τα γράψει
για να μη φαίνομαι, εγώ, μονάχο να πλαντάξει»!
Και η στριμμένη τήραε προς τ’ Αργοστόλι, είδα!
έβγαλε από τη φούστα τση και του ’δωκε σφραγίδα
κι είπε χεσμένη από χαρά: «εκεί θα φάω γίδα
τσου Σαμικούς εδώρισα για πάντα την …αιγίδα».
Δικέλης Βλιχός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που δεν είναι γραμμένα στα ελληνικά απορρίπτονται.