Δικέλης Βλιχός
Τριάντα τέσσερα χαϊκού
(αφιερωμένα στο Ρουπάκι και στην αναμφισβήτητη συμβολή του για το ζωντάνεμα μιας παρακμιακής Σάμης)
[Σημείωση: λίγα ευχάριστα και μη χαϊκού, αφού με τόσα προηγούμενα σιχοπλοκήματά μου μπορεί και να δυσαρέστησα, έστω σατιρίζοντας. Το χαϊκού ή χάικου ή χάι κάι είναι τρίστιχο δεκαεφτάστιχο ποίημα (5+7+5 στίχοι), γιαπωνέζικης καταγωγής]
I.
Το φως σπαρταρά
στην καμπούρα καμήλας.
Ζήλια οι λόφοι…
II.
Δάσκαλε, μ’ ακούς;
με όμικρον το “αγαπώ”
εγώ θ’ αγαπό!
III.
Πέφτει το χιόνι
ένας άστεγος τρέχει
τζάκια φλογίζουν.
IV.
Τα θαύματα εφτά
στον αρχαίο μας κόσμο.
Τι κάνουμε εμείς;
V.
Το μυστικό μου:
το φεγγάρι, που κρύβει
του δράκου η σκιά.
VI.
(Με τον τρόπο του Γ. Σεφέρη)
Διαβάζεις .
οι σελίδες σώνονται
η φωνή σου πληθαίνει.
VII.
Μεγάλη μύτη
σαν βαποριού φουγάρο.
Καπνοί που βγαίνουν!…
VIII.
Α, κοιλιά, ο Λιας!
Κι έγινε πλοίο ταχύ
καλοτάξιδο!
IX.
Α! σκόνη αργυρή
αστερωμένης νύχτας,
διάφανης σιωπής!
X.
(Με τον τρόπο του Ο. Ελύτη)
Φως και πάλι φως,
λέει η γαλαζοαίματη,
στις λυκοποριές.
XI.
Σε μιας σταγόνας
την κρυστάλλινη λάμψη
γιούλια φυτρώσαν.
XII.
Βιβλιοθήκη μου,
κάστρο ηρώων παλιών
βόηθα τη γη μας…
XIII.
Δες τα δέματα
κρύβουν χαμένες χαρές
Ε! λοιπόν, δέστα!
XIV.
Να μην είσαι εδώ…
Να μην σε δω το βράδυ;
Να μείνεις εδώ…
XV.
Βροχή το βράδυ
βρυσομάνες βρυχούνται
βρόχινα όνειρα.
XVI.
Ένας δάσκαλος
κατασκευαστής χαράς
κτίστης ονείρων.
XVII.
Ένας μαθητής
περιπατητής χαράς
κτίστης πλανητών.
XVIII.
Κυκλάμινο μωβ,
τενόρος στο Μιλάνο.
Άρια ανθέων.
XIX.
Το παραμύθι:
καπνός, ανάσα δράκου
τζάκι, ο δράκος.
XX.
Με ένα χαϊκού
στοχεύεις το φεγγάρι
και λούζεσαι φως.
XXI.
Κοίτα, είμαι μαύρος,
μπλε ο ουρανός, συμφωνείς
λευκέ μου αδελφέ;
XXII.
Μια φέτα ψωμί
χωρισμένη στα δύο.
Δυο φέτες ψωμί.
XXIII.
Φασού, φασούλι
πες μου, πού ν’ το φασούλι;
Άδειο σακούλι.
XXIV.
Καλεί το λύκο
η Πράσινη κοπέλα.
Χαίρει το δάσος.
XXV.
Διώχνει το λύκο
η Κόκκινη κοπέλα.
Χωρίς κυνηγό.
XXVI.
Κοίτα ένα σπάρο
σχολιάζει τ’ άλλα ψάρια
με τη μουρμούρα.
XXVII.
Διαβάζει νερό
βουλιάζουν οι λέξεις του
γίνονται ψάρια.
XXVIII.
Μυρμήγκι κάμπου
τραβάει μια αγελάδα
που ξεχάστηκε.
XXIX.
Ο μικρός λύκος
μασουλάει έναν τοίχο
κι αυτόν το στίχο.
XXX.
Γιατί η αλεπού
όταν έχει φεγγάρι
γράφει ποιήματα;
XXXI.
Το ποίημα είναι
μια λεύκα που καίγεται
χωρίς τη φωτιά.
XXXII.
Αηδόνι γλυκό
παίξε τρίλιες ειρήνης
λένε τα όπλα.
XXXIII.
Ο σαλίγκαρος
ανοίγει δρόμους φωτός
λίγοι το βλέπουν.
XXXIV.
Κάνε πως είδες
τ’ αηδόνι πως πέρασε.
Κι ας κροτούν όλα.
Δικέλης Βλιχός
Τριάντα τέσσερα χαϊκού
(αφιερωμένα στο Ρουπάκι και στην αναμφισβήτητη συμβολή του για το ζωντάνεμα μιας παρακμιακής Σάμης)
[Σημείωση: λίγα ευχάριστα και μη χαϊκού, αφού με τόσα προηγούμενα σιχοπλοκήματά μου μπορεί και να δυσαρέστησα, έστω σατιρίζοντας. Το χαϊκού ή χάικου ή χάι κάι είναι τρίστιχο δεκαεφτάστιχο ποίημα (5+7+5 στίχοι), γιαπωνέζικης καταγωγής]
I.
Το φως σπαρταρά
στην καμπούρα καμήλας.
Ζήλια οι λόφοι…
II.
Δάσκαλε, μ’ ακούς;
με όμικρον το “αγαπώ”
εγώ θ’ αγαπό!
III.
Πέφτει το χιόνι
ένας άστεγος τρέχει
τζάκια φλογίζουν.
IV.
Τα θαύματα εφτά
στον αρχαίο μας κόσμο.
Τι κάνουμε εμείς;
V.
Το μυστικό μου:
το φεγγάρι, που κρύβει
του δράκου η σκιά.
VI.
(Με τον τρόπο του Γ. Σεφέρη)
Διαβάζεις .
οι σελίδες σώνονται
η φωνή σου πληθαίνει.
VII.
Μεγάλη μύτη
σαν βαποριού φουγάρο.
Καπνοί που βγαίνουν!…
VIII.
Α, κοιλιά, ο Λιας!
Κι έγινε πλοίο ταχύ
καλοτάξιδο!
IX.
Α! σκόνη αργυρή
αστερωμένης νύχτας,
διάφανης σιωπής!
X.
(Με τον τρόπο του Ο. Ελύτη)
Φως και πάλι φως,
λέει η γαλαζοαίματη,
στις λυκοποριές.
XI.
Σε μιας σταγόνας
την κρυστάλλινη λάμψη
γιούλια φυτρώσαν.
XII.
Βιβλιοθήκη μου,
κάστρο ηρώων παλιών
βόηθα τη γη μας…
XIII.
Δες τα δέματα
κρύβουν χαμένες χαρές
Ε! λοιπόν, δέστα!
XIV.
Να μην είσαι εδώ…
Να μην σε δω το βράδυ;
Να μείνεις εδώ…
XV.
Βροχή το βράδυ
βρυσομάνες βρυχούνται
βρόχινα όνειρα.
XVI.
Ένας δάσκαλος
κατασκευαστής χαράς
κτίστης ονείρων.
XVII.
Ένας μαθητής
περιπατητής χαράς
κτίστης πλανητών.
XVIII.
Κυκλάμινο μωβ,
τενόρος στο Μιλάνο.
Άρια ανθέων.
XIX.
Το παραμύθι:
καπνός, ανάσα δράκου
τζάκι, ο δράκος.
XX.
Με ένα χαϊκού
στοχεύεις το φεγγάρι
και λούζεσαι φως.
XXI.
Κοίτα, είμαι μαύρος,
μπλε ο ουρανός, συμφωνείς
λευκέ μου αδελφέ;
XXII.
Μια φέτα ψωμί
χωρισμένη στα δύο.
Δυο φέτες ψωμί.
XXIII.
Φασού, φασούλι
πες μου, πού ν’ το φασούλι;
Άδειο σακούλι.
XXIV.
Καλεί το λύκο
η Πράσινη κοπέλα.
Χαίρει το δάσος.
XXV.
Διώχνει το λύκο
η Κόκκινη κοπέλα.
Χωρίς κυνηγό.
XXVI.
Κοίτα ένα σπάρο
σχολιάζει τ’ άλλα ψάρια
με τη μουρμούρα.
XXVII.
Διαβάζει νερό
βουλιάζουν οι λέξεις του
γίνονται ψάρια.
XXVIII.
Μυρμήγκι κάμπου
τραβάει μια αγελάδα
που ξεχάστηκε.
XXIX.
Ο μικρός λύκος
μασουλάει έναν τοίχο
κι αυτόν το στίχο.
XXX.
Γιατί η αλεπού
όταν έχει φεγγάρι
γράφει ποιήματα;
XXXI.
Το ποίημα είναι
μια λεύκα που καίγεται
χωρίς τη φωτιά.
XXXII.
Αηδόνι γλυκό
παίξε τρίλιες ειρήνης
λένε τα όπλα.
XXXIII.
Ο σαλίγκαρος
ανοίγει δρόμους φωτός
λίγοι το βλέπουν.
XXXIV.
Κάνε πως είδες
τ’ αηδόνι πως πέρασε.
Κι ας κροτούν όλα.
Δικέλης Βλιχός
Με το συμπάθειο διορθώνω τα λάθη που μου έκανε εξεπίτηδες ο ηλεκτρονικός διάουλος.
ΑπάντησηΔιαγραφή[Σημείωση: λίγα ευχάριστα και μη χαϊκού, αφού με τόσα προηγούμενα σιχοπλοκήματά μου μπορεί και να δυσαρέστησα, έστω σατιρίζοντας. Το χαϊκού ή χάικου ή χάι κάι είναι τρίστιχο δεκαεφτασύλλαβο ποίημα (5+7+5 συλλαβές), γιαπωνέζικης καταγωγής].
Δ.Β.