Ένα blog στο Ρουπάκι - Ίσκιος επικοινωνίας!

Στον ηλεκτρονικό του ίσκιο δημιουργησαμε μαζί έναν ανοιχτό χώρο ενημέρωσης, σκέψης και προβληματισμού για την ζωή μας σε όλες της τις εκφάνσεις. Για πράγματα που αγαπάμε αλλά και που μας ενοχλούν.

Φιλόξενος τόπος για ενημέρωση, προβληματισμό και δραστηριοποίηση για τα τοπικά πράγματα αλλά και για θέματα από αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, ανοιχτός ακόμα και σε "θυμωμένες" απόψεις με ευπρέπεια και σεβασμό.

Στη δύσκολη συγκυρία θα προσπαθήσουμε να κάνουμε τον ίσκιο μας σημείο συνάντησης και επικοινωνίας για τους συμπολίτες μας και να προτείνουμε λύσεις και διεξόδους για τον τόπο μας που μοιάζει να μην μιλάει με τους ανθρώπους του.

Ξεκινώντας από απλά και μικρά που θα μας επιτρέψουν να ξαναγνωριστούμε και να μάθουμε να συζητάμε και να συνεργαζόμαστε, να λύνουμε προβλήματα.

Εγώ, ο Μεμάς Μπρατσέτος καλοσωρίζω τον Κοντραστάρο

Ωρέ! Ωρέ! Επήε να μ’ έβρει φαστίδιο! Τι γλέπουνε  τ’ αυτιά μου και τι ακούνε τα  μάτια μου! Ο Κοντραστάρος είναι αληθινός; Υπάρχει; Έχει σώμα, και κλιτσινάρια;     Μπα, γιε! Κι εμφανίστηκε έτσι ξαφνικά, ωσάν ανεμοβροντή στην αρκή του καλοκαιριού; Απά στα μπάνια; Κι εγώ που πίστευα πως δεν υπάρχει! Πως είναι πλάσμα τση φαντασίας του Ρουπακιού!  Θα κάμω μερόνυχτα να το πιστέψω. Μόλις το είγδα στο Αρουπάκι, τι δηλαδής δεν το είγδα εγώ, η σιόρα Κάτε μού το εφώναξε. 

Ήμουν ανεβασμένος απά στα κεραμίδια να ματίσω ένα,  οπού είχε σπάσει από την τελευταία όστρια. Ετρόμαξα όπως μου το εμπέλαξε η σιόρα, ετρύπησα το δάχτυλό μου με το σκουριασμένο σύρμα και εσκέφτηκα να πάω εδεκεί στο φαρμακείο να μου κάμει ο Μάκης μια ένεση για να μη με πιάσει τέτανος –μόλις θυμάμαι τη λέξη μούρκεται στο μυαλό ο Τιτανικός, εκειό το έργο οπού είχα δει στο σινεμά του Αργοστολιού, με κειους τσου δυο κουρλούς να τηράνε το πέλαο στην πλώρη –αλλά ελυπήθηκα οπού επνίγηκε εκειός κι η μαντενούτα του γλίτωσε-πάντα οι γυναίκες τηνε γλιτώνουνε. 

Ήτανε ένας χειμώνας  οπού δεν είχα κόψει και πολλά ξύλα, αφού είχα- και οπού λέτε αφού σας εκούρλανα με τσι παρόλες μου, τόμου άκουσα την είδηση για τον Κοντραστάρο, εσάρτησα από τα κεραμίδια και ω! τι έπαθα! εστραμπούληξα το ποδάρι μου, εκούντρησα απά σε ένα πατερό –όλο κουντράω τελευταία- που το είχα για να το πριονίσω, για να μην κουντράω, δηλαδή, είχε απάνου και μια σκουριασμένη πρόκα-ω! ξανάπα,  δεν τηνε γλιτώνω την ένεση, θα πάω στον Μάκη και αφού σας εξανακούρλανα –μετά είγδα στο διαδίχτυ ότι οι κουντριές και τα σκουριασμένα σύρματα κάνουνε τον άνθρωπο να παρλάρει ωσάν να τσερλίζεται…Σούμπιτες τρέχουνε οι λέξεις και ο άλλος οπού σ’ακούει, τόρκεται να σου σκάσει ένα σκαμπίλι ανάποδο, αλλά επιτιμάει το διάουλο και σκέφτεται ότι κάνει μπάνιο στην Αντίσα με ναι μαντενούτα από την Αγγλία.

Μπήκα στο Ρουπάκι και είγδα τη ρετσέτα του Κοντραστάρου. Η σιόρα Βιτώρια, εχασκογέλαε «Σιγά» , εμπέλαξε, «ποτέ εγώ δεν τον επήγαινα τον Κοντραστάρο», τι λες μωρή», επήρε το λόγο η  σιόρα Κάτε: «ευκειός είναι μάγκας, είναι συγγραφέας, είναι ποιητής, είναι φιλόσοφος. Τήρα μωρή πώς τα γράφει. Σενιαρισμένες λέξες, ατάκες μόρτικες, εικόνες σιλεντσιόζες μα μπουμπουνάτες, σχήματα λόγου τζετζιλιαρισμένα, ιδέες σέριες….»! Κι εγώ, ο Μεμάς ο Μπρατσέτος, εσυφωνούσα με τη σιόρα Κάτε. Τση έκλεισα όμως το στόμα με νια χεριά άχερο για να σταματήσει τσου ύμνους. Οι πολλοί δεν κάνουνε καλό. Αλλά, ημπορεί να μην εκατάλαβε τον αγώνα του «ΓΑΛΑ ΚΑΙ ΠΑΛΕ ΓΑΛΑ» για να μη βγώ σα να έβγαινα πρώτος, αλλά εκατάλαβε τον φαμόζο  Κοντραστάρο. Τον αρχιγραφιά, εκείνονε που μόνε το όνομά του να μελετήσεις τρέμει σύγκορμη η φύση, οι θάλασσες αγριεύουνε, τα λιγκόνια τραγουδάνε και χορεύουνε, οι μπάμπουρες κάνουνε μέλι θυμαρίσιο, τα πουλιά τρυπάνε τσου αέρηδες φκιάνοντας τουνέλια χαράς, οι γλάροι κοτσιλάνε  απά στο μύτο των ψαράδωνε και τα γουρούνια γρούζουνε για νόστιμα απίδια. Ναι, τον φαμόζο Κοντραστάρο!  Για τσι ιδέες του, τσι εξυπνάδες του, τσι παρωδίες του και τσι σατυρικές του αρλούμπες, τσι λύσες που έχει για ούλα τα προβλήματα, τσι κανούργιες λέξεις οπού φκιάνει και τσι σκορπίζει στο πόπολο, τσι παρόλες που αραδιάζει κι αμά κάθεσαι να τσι ξεμπλέξεις, ω! το θάμα, ανακαλύφτεις πως είναι σοφές και μαγκιόρες και τα λεπά και τα λεπά... Κι  ό,τι με πιάνει στην μπένα του και   δεν μπειράζει. Άμα με πιάσει το γλυκύ μου θα του απαντήσω, αλλά τώρανες, μόνε δόξες του πρέπουνε.

Σήμερις, μετά το κάμα τση μερός, κι αφού έκαμα ζόρκος ένα μπάνιο στο Λουτρό, πασαλειμμένος με λάδι κορόνι, περσινό για να μαυρίσω τω όντι, ήρτε ένα βράδυ ολόγλυκο κι εγώ κι οι σιόρες μου μετά την ένεση οπού έκαμα απά στο αριστερό κωλομέρι, καθισμένος με προσοχή απά στο δεξί,  μπαντάροντας βεραμέντες, με την κιθάρα μου –γιατί δε σας το έχω πει, είμαι κιθαρωδός, τηνε γριτζουνάω καλύτερα και από τον Χιώτη- εσκαρώσαμε κάτι στιχάκια και σας τα φεστάρουμε στη μάπα. Έντανε αποκάτου:

Ο Κοντραστά- Ο Κοντραστάρος  ήντουνε πλάσμα τση φαντασίας
Μα να που φανερώθηκε δεν είναι οφτασία
Για να μας πει τι έκαμε, πού πήγε τόσους μήνες
Κι εκόντεψε η περιοχή να τηνε πιάσουν πείνες
Τση λείψανε τα όβολα μα πιο πολύ οι ιδέες
Του Κοντραστάρου βασιλιά που τον υμνούν παρέες
Απά στην κόψη του ουρανού εκύλαε τσι λέξεις
Πάρτες παιδάκι μου κι εσύ για να μπορείς να παίξεις

(ΡΕΦΡΑΙΝ)
Ο Κοντραστάρος φάνηκε εσύ, Κάτε μου, πήδα
Κι ας έριξε η Βιτώρια μας στη γη την κατακλείδα
Ο Κοντραστάρος θα φανεί κει κάτου στην πλατέα
Κι όλοι μαζί θα τρέχουμε θε να γενεί  κολέας
Και τσι καινούργιες εκλογές θα κατεβούμε αντάμα
Για να μην έβγουμε ποτές θα τόχουμε και τάμα

Ο Κοντραστά- Ο Κοντραστάρος ήντουνε πλάσμα τση φαντασίας (τρις)
…………
Κι αμά, διάουλε, πάλε το ίδιο βιολί ……

Ετραγουδάαμε ίσαμε τα μεσάνυχτα και τόμου επήαμε να πέσουμε έπεσε νια βροντή, μα νια βροντή  οπού ελαμπάξαμε κι αρκίνησε νια βροχή να πέφτει με χαλάζι, ωσάν καρύδια. Οι αστροπές στη συνέχεια επέφτανε απά στην κορφή του Αυγού και εκυλάανε ίσαμε τα Βλαχάτα κι ετρυπώνανε μέσα στη Μελισσάνη. Κι αμά άκουες ένα βουητό που έλεες, σεισμός είναι, σεισμός είναι. Οι σιόρες μου ελαμπάξανε τόσο οπού εμπελάζανε ρυθμικά κι εμένανε μου εφάνηκε πως το μπέλαγμά τσου  ανακατεμένο με το μπουμπουνητό και τσι αστροπές έλεε: «Ο – ΚΟ- ΝΤΡΑ –ΣΤΑ- ΡΟΣ – ΦΑ- ΝΗ- ΚΕ– Ο  -ΚΟ- ΝΤΡΑ –ΣΤΑ- ΡΟΣ –ΦΑ-ΝΗ-ΚΕ…..«Άγιε μου», είπα, «τι σημάδι είναι ευκειό;» Και αναρίτσιασα. Έτριζε το κατακλείδι μου και η μουσούδα μου είχε νια κατεβασιά, ωσάν την κατηφόρα των Άη-Φανέντωνε…. Εχώθηκα κάτου από τα σεντόνια μου κι εμέτραα πρόβατα  για να κοιμηθώ κι απά στο 85.678 εκυνήγαα ένα αρνάκι να το τσακώσω και  μου κρύφτηκε μέσα σε μια μάζα από ασβελαχτούς. Ψάχνοντάς το, χρρρρρ…


ΜΕΜΑΣ ΜΠΡΑΤΣΕΤΟΣ

Κοντραστάρος - ΖΩ!

ΝΑ ΜΠΕΙ Ο ΔΙΑΟΥΛΟΣ ΜΕΣ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΑΣ! ΝΥΦΙΤΣΕΣ!
Σας χαιρετώ αδούλειαστος, ζωερός, αμαγάριστος όπως πλέουρο!
    
Να το λοιπόν πως καταντήσατε τα χωριά σας… σα ντα μουσούδια σας!

Βρωμάνε, ζέχνουνε και κρούνε, η σκέψη και τα χνώτα σας!!!

Ω γιε…σας έπιασε τάχα η ψυχοπόνεση! Αντίς να σταυρώνατε τότενες το ΚΑΚΟΧΡΟΝΑΧΕΙΣ ΚΑΙ  ΤΟΝ ΚΟΝΤΡΑΣΤΑΡΟ…σταυρωθήκατε του λόγου σας, σταυρώσατε  τα παιδιά σας και τον τόπο σας… με στείλατε για βρούβες! Ο Χριστούλης ωρέ, εκουβάλησε  το σταυρό για ένα ανηφόρι μοναχά… κι η αφεντιά σας τον έκαμε ραφτόνε  στη σπάλα!   ΤΟ ΠΑΘΗΜΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΑΘΗΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΡΔΙΟ ΣΥΝΗΘΕΙΟ! 
 
Δεν εφανερωννόμουνα επί τούτου! 

ΡΟΥΠΑΚΙΔΕΣ ΑΓΑΠΗΤΟΙ! ΟΥΛΟΙ! ΧΩΡΙΣ ΞΕΣΚΟΝΙΣΜΑ ΚΑΙ ΣΥ ΜΕΜΑ ΜΠΡΑΤΣΕΤΕ ΜΕ ΤΟ «ΓΑΛΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΤΥΡΟΓΑΛΑ»… ΠΟΥ ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΕΣΤΡΑ, ΤΑ ΚΟΜΠΛΙΜΕΝΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΡΤΕ ΣΟΥ ΣΤΟ «ΚΑΚΟΧΡΟΝΑΧΕΙΣ 2010»  ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΦΕΝΤΙΑ ΜΟΥ!

Σας είμαι παραστάτης και σέμπρος στη σενιορία σας!

Χάθηκα Ωρές μου! Όπως χαθήκατε και του λόγου σας από τσου νεαυτού σας!

Σας αγαπάω όμως, όπως τα πρωινά του τόπου μας! Σας αγαπάω όπως την πνογή που ρουφάω από τον ανεμορούφουλα του Ρουδιού το θρούμπι και τσι λαψάνας την ανεμορπή! Σας αγαπάω όπως κάθε θραμπούλιασμα τσι μέρας! Σας αγαπάω και   μουνουχισμένους σας θωρώ ξέλαργα, που συρθήκατε στην πύργια και σκάσατε στον πάτο τση πλίθας κι απάνου στο κάφκαλό σας ρίχνουνε τελεοράσεις, λαπιτόπια, αγγλικά πιοτά, θέσεις εργασίας και γυριστές τρίχες από μούσια σκλαβούνων!
    
Ζω… κάτου από το ξεκουρούπωτο δέντρο τση ιστορίας, στην συλλοή  κι απά στο φυλλολόισμα  τα ματόφρυδα γένονται οκάδες και πετάω απ το Μεγάλο Βουνό στα Ταρκασάτα κι απ την Άγια Γρούσπα στο κάστρο.

Ζω… αβαλίδος και έψιμος, πινομής των Τσιτσιμπαίων που με χλίψη φορούνε πανωφόρια, σκελέες, ψυχή, μπούτια, καρδιά, σκουτιά νεκρικάτα!

Ζω… ακόμα, αμπαρμπούτιαστος, πισωκώλου κι απερηφάνευτος στο κατωφλόπορτο του Άδη και σε ντελίριο τον μπάλο αρχίζω.

Ζω… σαν θάγμα, στο θάγμα του θεαυτού του Ανθρώπου και μερώνω στα ζεστά σκέλια μιας ερπίδας στο ξωφόρι της Πατρίδας μου.

Ζω… γιατί το κακοθάνατο περνάρι που σκιέσαι και βρίσκεις ολημερίς,  σκοντάφτεις και σε μποδάει και σε σκιάζει,    κάποτες…   θα το γδεις!

Τόμου και σου δικάει…Ζω…

Ένα συγνώμη να σου πω στο πυρομάχι καβάλα που πατώ,  πόγινε δρόμος κι αμά το ονόμασες Πατρίδα.   Διαουμάω μιλιούνια τσι ντροπές τση υπόδουλης καθεμέρας μου.

Κι απά στη γιόμιση του φέγγους τα σκλεπούνια  σκρεμιδεύουνε στον ίδρωτα τση  μετώπης μου. 
Άγιε μου… ντέλομαι!

Κοντόψυχος, τα φανερά να κρύβω! Κι εκειό που είμαι να μη βαστώ!  

Ε το λοιπόν… κι άμα ζω;  Φέξε μου κι αγλίστρησα!  
    
Ομπρί κάτι μηνιάτικα,  είχα πέσει του μάκρου και του πλάτου…είπα μέσαθέ μου «Ανάθεμα  τσι άγονες ψυχές των ερειπωμένωνε  λιμανιών!»

Κι αμά,  ομπρί κάτι βδομαδιάτικα, απά στο ρίμμα του ήλιου… μούρτε σβιλάδα στην σβερκαδούρα και αιστανόμουνα  οκάδες βαρύ το πέτο μου. 

Συνεννογιέμαι εγώ με εμένανε…  εκειό που ήμουνα, μ’ εκειό που ήθελα  κι εκειό που με κάματε…
  
ΟΧΙ! Δεν είμαι του λόγου μου Λιανοπουλητής ονείρατων! Ούτε Ματσαδόρος σε λιτανείες και κούρταλα! Απαρατώ κόμματα και «Γάλατα, Σανούς, Κακοχρονάχεις», το πολύ πολύ με το συμπάθιο, «κακοχρονάχετε!» μιας και «κακοχρονάχουμε» θελήσαμε παρέα    κι απά στην κακομοιριά  μπαρκάδοι!
  
Μα Σιορ Μπρατσέτε μου,  δε με αμπαδάρει η φαμίλια μου… και ψήφο να γυρέψω του αλλουνού;!
    
Όπου γυμνοί κι ανάλλαγοι, που να βρεις τα όβολα, τα χαρτόσημα, τα σκατά και τα σάβανα… ένα κάρο Μιλόρδους, σέμπρους, κολομπέους, Γροστολιώτες, κατακαθούρια, ίσα με τρακόσια βατσέλια, βασιλιπάλιατσα, ορτύκια, νεροκουβαλήστρες… Σώχορα και Μώχορα! Κι αμά… ξέρω εγώ από τζόγους μπα γιέ μου;  Να μου βγει η Παναγία και να ρουφήξω φόλα μου;   

Με τσου κοκόρους τσου πολλούς σε τρώει το αίμα σου, γλυκαίνεται το δόντι  και τόμου κι ανοίξεις  φάμπρικα θέλοντας και μη, θα σπάσεις τσι σπιέρες σου!

Κι άμα μωρέ είγδες προκοπή από τσου Κόμηδες, τσου Σέμπρους, τα Δεούτελα  και τσου Δεσπότες;    Ποια δημοκρατία θα ασπαστείς μωρέ; Πια απ’ ούλες; Πότενες την αντάμωσες και που την ακρουμάστηκες;  Η λευτεριά Μαγκούφη μου, είναι για τσι Κωλοφωτιές και τσι Βαβύλες!  Με στα  σπλάχνικά σου τη Λευτεριά  εμάντρωσες  κι απόξου ψάχνεις δόλιε! Το δίκιο που ξεσκλάς, υπόσκεσαι.   Θα βοχθάς του Πονεμένου το πόνεμα με μια οκά μούρη καθώς θα σκαίνεσαι  την κατακλείδα του.

«Θ’ αχνίζει ψέμα ο στόμας σου… νάθε χίλια πανεπιστήμια διαβείς… Ορκωτής, για να δικαιολογάς τσι πράξεις σου ».  

Να σας χαρώ… συλίντρεχοι να πα να αγιάσετε! Ουρές οι υπόλοιποι τσι Κυριακάδες στο προσκύνημα! Ουρές τσι καθημερινές τσι Τράπεζες, ουρές τα βρόχια με τα κοτσύφια και τσου μπούφους που πετάνε τσι οθόνες  και ξωτικά που κράζουνε και τίποτσι δεν λένε…μα τίπουτσι! Τίποτες, για την ουρά, νάθιγκ  για τσου τελευταίους τση ουράς, πολύ πιο μπροστά από τον πρώτονε.

Τόμου κι απολάει η εκκλησιά… μη σου παραξοφανεί… αντίδωρο δεν έχει!
             
Το λοιπόν Ρουπάκιδες τσι κάμαμε κι αυτές τσι εκλοέέέέές! 

Μου εκόψατε  τα ύπατα! Μου αλλάξατε τον ανανία!

Τι ήτανε ευκειό  εφέτο Πατριώτες;;;

Το ένα τρίτο τση κρεατόπιτας συμμετείχε τσι  εκλοές, το άλλο τρίτο τσι έκαμε και το άλλο τρίτο στα καφενεία βλαστήμαγε, κατάστρωνε, τσακωνόταντανε, έλεε ψέματα, έβλεπε ΑΖΜΙΝ, έχανε το σπίτι του, κοιμότουνε ανοιχτομάτικα, επερίμενε να μπηδηχτεί η γυναίκα του, εκατούραε το ζήθο του, έχανε τη δουλειά του κι έβανε άλλονε να τηνε ψάχνει, σκότωνε την ώρα που του λάκιζε από μόνη τσι και δε τηνε πετύχαινε... έμεινα Δεούτελο!
      
Ο Θειός   να  συγχωρέσει το Γκλόμπο!
Αναπαμένος ο Κλοντίρης!
Ο τσαμένος ο Κοντραστάρος ο Σμπαράδος!

Θα κάνανε ούλοι φκείνοι, φκειά που κάματε του λόγου σας; 
      
Είπανε στο Λαό οι Κόμηδες : « Δημοκρατία δε θέτε; Ε! Ελάτε να τηνε παίχτε ούλοι!» Κι απά στην καύλα του το κοκορέλι έχεσε ομελέτα  μιας και δε προκόβει να κάμει αυγά! Μούτοι το λοιπόν οι Άλαλοι, με τσι κραυγές τσι τζούφιες… έπαιξαν στρόμπο με μια πλευρά να στέκει απ’ ούλες!

Κι αμά…  

Τι σάρτους που κάνουνε οι νικητές στον ύπνο τσου!
Σωροί τα άντερα από μιλιούνια λαγουδέλια, με ένα σμπάρο μοναχά!
Από  μια φαμίλια, αλλού ο φαμελίτης αλλούθε ο συφάμελος !

Του ανεψιού μου του Τζώρτζινα λόγου χάρη… η μάνα του στο τοπικό για να πάρουνε τη θυγατέρα τσι  τσι τρούπες και τα σπήλαια. Ο αδερφός του στου άλλου για τι θα του τρατάρουνε τα χρεωστικά του ύδατος από τα πρόπερσι. Ο Τζώρτζινας διαούμαε κάτι τσάντες με κωλόχαρτα και γαλέτες από ζούπερ μαρκέτα και δυο πενηντάρικα που βρωμάανε πουτσίλας από τσι τσέπες ενός ιδρωμένου λιβάις όπου βγήκανε…. Ο ένας  τ’ αλλουνού…εκειού…του όντος, του εκλεχτού του νούτσιου, του όποιου του οποίου, του όπουκιανπού! 

Τούτη τη βολά δεν κατουρήσατε εκεί που γλείψατε ή ανάποδα!
Σας κατουράανε καθώς γλείφατε! Σκρεμίδισμα τσι αγάπης με βλαστήμιες! Σπουδαγμένοι Σκουμπούεροι !

Μένω απόσβωλος και ψαχαλεύω κόντι κόντι το λίμπρο ντ όρο να βρω τσου Πρόγονους... από πού ειμαστάνε και ΤΙΙΙΙ;  Βασκαμός μας πετυχησιά! 

Τραμπαλάρω  ότα γλέπω τον ένα δώθε, τον άλλο κείθε… τον κούτση και τον λάλα ομπρός πίσω… κι όμως, ο πίξιος και ο δίξιος  τόσο κοντά!  Ντάλε κουάλε!

Τόμου πάλε και τα βάλεις ξέλαργα… τόμου και βάλεις και τη λιόκρουση… ημπορεί να μην έχετε κι ούλα τα άδικα,  μιας και κανείς μας δεν γλέπει κειό που φαίνεται και πίσω από δαύτο στέκει!  Ίσως και πάλι είστενε σοφοί  κι εγώ ο  δαιμονισμένος!

Μα είναι πολλά τα τέρμινα, βάλε με το νου σου, το νου αν θα προκάμεις μπρος να  τονε βάλεις, η νάβα να σαρπάρει πινομή στα εγγόνια, να θειαφίσεις τη ρήμαξη για να τρυγήσεις μιαν αξία.

ΕΥΚΕΙΟ ΘΑ ΠΕΙ ΙΣΤΟΡΙΑ!     

Τηράτε ορέ, για τούτα και για τα άλλα, του Κοντραστάρου τα λόγατα σε πλάκα ριζιμιάς να γρατζουνίσετε!

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΙ ΛΑΟΥΡΕΝΤΗΔΕΣ ΤΣΙ ΕΠΙΣΤΑΣΙΑΣ!

Τσου Μαφιόζους με τσι σημαίες και τα φλάμπουρα που γράφουνε την ιστορία και τσου μύθους. Τα Παραλέκατα που ξεσηκώνουν τσι ημερομηνίες όπως να σκώνουν τη κότα τσου. Που ξεπατικώνουν μιλιούνια Νοστράδαμους και ξεστέλιαστες παστρικιές με σκολίωση, που φουμάρουν Μανδραγόρα κι αμά βάνουνε ξέμπλιαστα πλεκτά με ορμήνιες τσου ΑΝΙΔΕΟΥΣ ΠΕΛΑΤΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ… ΣΤΟΝ ΑΝΟΝΕΙΡΟ ΟΧΛΟ!   ΤΣΟΥ ΧΛΙΜΜΕΝΟΥΣ, ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ ΣΤΟΙΧΙΣΜΕΝΟΥΣ!

ΠΑΛΑΜΑΚΙΖΟΝΤΑΣ  ΚΩΛΑΝΤΕΡΑ ΑΠΟ ΚΟΛΕΘΡΑ!     Η ΑΦΕΝΤΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΟΛΟΪ ΜΑΣ ΞΑΘΡΩΠΙΖΟΥΝΤΕ ΣΤΗΝ  ΦΑΜΠΡΙΚΑ ΧΟΝΤΡΟΦΛΟΥΔΩΝ ΑΘΡΩΠΩΝΕ!  ΚΙ ΑΜΑ ΓΛΥΤΡΩΣΑΜΕ ΑΠ’ ΤΟ ΣΦΥΡΙ ΚΑΙ ΠΕΣΑΜΕ ΣΤ’ ΑΜΟΝΙ!    ΚΙ ΟΠΟΥ ΚΑΚΟΥ ΣΟΥ ΘΕΛΕΙ!

ΖΩ… ΚΙ ΑΝΤΙΣ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ ΝΑ ΡΙΧΝΩ ΠΕΤΡΙΕΣ… ΠΑΩ ΤΟΥ ΔΙΑΟΛΟΥ ΒΑΓΙΑ!

Γ. Πολυχρονάτος: Πολίτες και ...ζωντανά!

Αναδημοσιεύουμε από την efimeridaKefalonia:

Ιδιαίτερα αιχμηρός ήταν στην τοποθέτησή του ο κάτοικος Σάμης και από 1η Σεπτεμβρίου Τοπικός Σύμβουλος, Γιώργος Πολυχρονάτος, σχετικά με την ανακοίνωση του Διονύση Κοκκόση, αναφορικά με τα κομμένα χόρτα. Στη δική του απάντηση τονίζει τα εξής:

«Προφανώς ο κύριος Αντιδήμαρχος δεν έχει αντιληφθεί οτι στηn πόλη της Σάμης τα κοπάδια τα έχουμε τοποθετήσει εκτός οικισμού. Δεν το παρεξηγώ αυτό γιατί η Δημοτική Αρχή την σχέση της με τη Σάμη την έχει μόνο από αφηγήσεις άλλων και εικόνες στο διαδίκτυο, μια και η φυσική της παρουσία είναι ανύπαρκτη εδώ και παρά πολύ καιρό… 

Τώρα όσον αφορά τα χόρτα κύριε Αντιδήμαρχε τα περισσότερα είναι από τα πεζοδρόμια και τις άκρες των δρόμων που αναγκάστηκαν οι κάτοικοι της πόλης μας με εθελοντική εργασία και τη συνδρομή δυο-τριών πολύ φιλότιμων υπαλλήλων να κόψουν για να μην τους φάνε τα φίδια και τα ποντίκια και την αποφυγή πυρκαγιών γιατί για το θέμα της καλαισθησίας ενόψει της τουριστικής περιόδου δεν το συζητάω καν, είναι ανύπαρκτο. 

Θα ήθελα να ρωτήσω επίσης μήπως θα μπορούσατε να μας πείτε πόσοι υπάλληλοι έχουν προσληφθεί στην Δημοτική Ενότητα Σάμης, με πιο αντικείμενο εργασίας και που ακριβώς, εννοώ σε ποια τοποθεσία δουλεύουν, ώστε να καταλάβουμε γιατί υπάρχει έλλειψη προσωπικού; 

Αν λοιπόν θα έπρεπε να κάνετε κάτι θα ήταν να οργανώσετε σωστά το δυναμικό σας και να αντιμετωπίσετε τους Σαμικούς σαν ισότιμους πολίτες της Κεφαλονιάς, που αξίζουν τα αυτονόητα και όχι να κάνετε υποδείξεις περί διατροφικών παροχών, για τα ζωντανά μιλάω…».


Γιώργος Πολυχρονάτος

Πηγή: http://efimeridakefalonia.gr/?p=33805

Ανοιχτή Επιστολή κατοίκων του Καραβομύλου, προς τον Αστυνομικό Διευθυντή Κεφαλονιάς.

Καραβόμυλος  Κεφαλονιάς, 14 Ιουνίου 2014

Προς 
Κύριον Αυγέρη Ανδρέα, Αστυνομικό Διευθυντή Κεφαλονιάς.
ΒΙΠΕ Αργοστολίου, 28100 Αργοστόλι Κεφαλονιά.

Θέμα: επικίνδυνη οδήγηση στην κεντρική οδό Καραβομύλου.

Αξιότιμε κύριε Αρχηγέ,

O σκοπός  της παρούσης επιστολής είναι να ζητήσουμε την έμπρακτον βοήθειά σας για το μεγάλο και επικίνδυνο πρόβλημα της κυκλοφορίας επί της κεντρικής οδού Καραβομύλου, αμείωτο, καθόλη την διάρκεια του έτους.

Συγκεκριμένα, το πρόβλημα αυτό είναι χρονίζον αλλά εφέτος είναι πέραν κάθε ορίου και λογικής. Τι να πρωτοαναφερθεί; Την εκτός κοινής λογικής ταχύτητα που αναπτύσσουν τα διερχόμενα οχήματα; Τις διπλές και τριπλές προσπεράσεις και μάλιστα όταν δύο από τα τρία οχήματα, είναι βυτιοφόρα  εύφλεκτων υγρών; Την άμιλλα των διερχομένων οδηγών ποιο από τα δίτροχα ή τετράτροχα οχήματά τους θα κάμει νέο ρεκόρ ταχύτητας; Χωρίς κανένα σεβασμό και πρόνοια προς τους  διερχομένους πεζούς αλλά και ζώα.

Βεβαίως, ο κεντρικός μας δρόμος είναι τμήμα της επαρχιακής οδού Αιγιαλού Σάμης-Καραβομύλου-Αγίας Ευφημίας Πυλάρου, ωστόσο δεν παύει να αποτελεί τον ζωτικό  δρόμο των κατοίκων του χωριού μας. Επιπροσθέτως να σημειώσουμε ότι λόγω των αξιοθεάτων του Καραβόμυλου, είναι πυκνή η ανθρώπινη ροή  τουλάχιστον επί 12ώρου ημερησίως, ιδιαίτερα  κατά τους μήνες Μάϊο έως και Οκτώβριο.


Επιπροσθέτως να σημειώσουμε την απίστευτη «πρωτοτυπία» ότι ο χώρος και των δύο πεζοδρομίων της ίδιας λεωφόρου δεν διατίθεται για την αυτονόητη χρήση για ασφάλεια των πεζών αλλά για το παρκάρισμα των αυτοκινήτων-σε όλο το πλάτος-με αποτέλεσμα οι πεζοί να περπατάνε στο δρόμο!



Εκφράζοντας την συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων του Καραβομύλου για τα συγκεκριμένα ζητήματα, ευελπιστούμε για την ενημέρωσή μας, στην έμπρακτη βοήθεια και ταχύτατη επέμβασή σας.

Μετά τιμής  
Kάτοικοι του Καραβομύλου

Αλ. Λογαρά - Κοτσιλίνη: Όταν «έρχεται η στιγμή για ν αποφασίσεις με ποιους θα πας και ποιους θα αφήσεις»

Μετά τον  απόηχο των αυτοδιοικητικών εκλογών ,παρακολουθήσαμε διάφορους «πολιτικούς» και «δημόσια» πρόσωπα  να εκφράζουν την επιδοκιμασία , ή την αποδοκιμασία τους για το εκλογικό αποτέλεσμα , με αποκορύφωση την εβδομάδα ανάμεσα στις δύο αναμετρήσεις από 18-5-2014-έως 25-5-2014 και μετά.

Έτσι είδαμε ασυνεπείς να διακηρύσσουν  συνέπεια, ανιστόρητους να  διδάσκουν ιστορία, αφερέγγυους να μιλούν για εντιμότητα και ήθος, ανώνυμους αρθρογράφους να λιβελογραφούν με σεξιστικά σχόλια σε βάρος αντιπάλων τους κλπ. Καταστάσεις βέβαια όχι πρωτόγνωρες στον δημόσιο βίο της Κεφαλονιάς τα τελευταία χρόνια.

Θεωρώ λοιπόν ότι δικαιούμαι κι εγώ , μια μη πολιτικός αλλά απλή δημότης – πολίτης της Κεφαλονιάς να δηλώσω πως νοιώθω για τα αποτελέσματα των  εκλογών, αφού έχουν να κάνουν με την καθημερινότητά και την ποιότητα  της ζωής μας

Στην εποχή των «τερατογενέσεων», όπως είναι η περίοδος που βιώνουμε σήμερα, λόγω της οικονομικής κρίσης, σε ένα πολιτικό τοπίο  που δεν έδινε δυνατότητα να εκφραστούν το ήθος, οι αξίες, οι αρχές και η ποιότητα ,κάποιοι άνθρωποι έφτιαξαν την «Ενωμένη Τετράπολη» εκφράζοντας ένα κομμάτι δημοτών-  πολιτών που ασφυκτιούσε από τα αλισβερίσια, τις υποσχέσεις κλπ.

Επί κεφαλής της δημοτικής παράταξης, που διεκδίκησε τον Δήμο Κεφαλονιάς, ζητήθηκε να είναι  ο  Αλέκος Καλαφάτης, που στρατεύτηκε  στην μάχη αφού άλλοι νεώτεροι, επώνυμοι, «άφθαρτοι», «ηγέτες σχηματισμών», άνθρωποι των τεχνών  και των γραμμάτων σιωπούσαν, ή εργαζόταν δια εαυτόν και όχι δια αλλήλους.

Τα αποτελέσματα είναι γνωστά και δεδομένα, όμως δεν πρέπει να μείνουν στη ιστορία μόνον τα νούμερα.

Αλέκο Καλαφάτη σε ευχαριστούμε που ηγήθηκες αυτής της προσπάθειας, σε ευχαριστούμε για τον τρόπο που διεξήγαγες την πολιτική σου μάχη, γιατί είπες ΝΑΙ στα δύσκολά, δεν κρύφτηκες, δεν στάθηκες στις δάφνες του πολύ πετυχημένου κύκλου της ζωής σου.

Ομολογώ ότι εκείνο που με φόβιζε περισσότερο, ήταν η «εκπαιδευτική αξία», που θα είχε στη νέα γενιά που έρχεται και πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της στην διαχείριση του τόπου μας,  ο τρόπος  που άσκησε εξουσία η Δημοτική αρχή είτε μέσα από το Δημοτικό Συμβούλιο είτε εφαρμόζοντας την πολιτική της.

Η «Ενωμένη Τετράπολη» έδωσε την  ευκαιρία σε νέους ανθρώπους ,που εμφορούνται από αξίες ,να αγωνιστούν για τις αξίες αυτές, να ελπίσουν, να γνωριστούν μεταξύ τους, να δουν στην πράξη ότι μπορούν «και αλλοιώς».

Έτσι,  μας έμεινε η ελπίδα ότι, από εκεί μπορεί να  έρθει κάποια μέρα η ανατροπή.

Αργοστόλι  12-6-2014
Αλέκα Λογαρά- Κοτσιλίνη

Οι ομολογητές άγιοι της Κεφαλονιάς Γρηγόριος, Θεόδωρος και Λέων και η ιστορική αλήθεια για την επίγεια διαδρομή τους

Κάθε χρόνο την Κυριακή των Αγίων Πάντων η Τοπική Εκκλησία της Κεφαλληνίας εορτάζει πανηγυρικά στη Σάμη την πανίερη μνήμη των αγίων ενδόξων ομολογητών Γρηγορίου, Θεοδώρου και Λέοντος. Πρόκειται για τους παλαιότερους αγίους στην εκκλησιαστική ιστορία της Κεφαλονιάς, οι οποίοι είναι ευρύτερα γνωστοί με την προσωνυμία «Άγιοι Φανέντες»  που τους δόθηκε λόγω της θαυματουργικής φανέρωσης των ιερών τους λειψάνων και της ανάδειξής τους από την  αφάνεια. Επίκεντρο των λατρευτικών εκδηλώσεων προς τιμήν των τριών ομολογητών αγίων της Κεφαλονιάς είναι εδώ και αιώνες η επ’  ονόματί τους ιδρυθείσα παλαίφατη Ιερά Μονή, γνωστή μέχρι σήμερα ως «Μονή των Αγίων Φανέντων»  και κτισμένη στην κορυφή της νότιας ακροπόλεως της αρχαίας Σάμης σε υψόμετρο 226μ. 

Συνδυασμός "Γάλα και πάλε Γάλα" - Ρετσέτα 5η και τελευταία!

Το ξέρετε ούλοι. Δεν εβγήκα. Κι έκαμε τα πάντα για να το πιτύχω. Έλουσα με γάλα ούλονε τον γκόσμο. Η σιόρα Κάτε και η σιόρα Βιτώρια τα δώκανε ούλα. Το τι εφάανε για να είναι νόστιμο το γάλα! Ασβελαχτούς, στουβιές, τσουκνίδες, ραδίκια, πουράτζινα, σκόρδα, μάπες και άλλα πολλά. Ακόμα και κουμ-κουάτ μου εστείλανε από τσου Κορφούς. Ως και τσάι τσου έφερνα από την Αγια-Δυνατή.

Αλλά «βωρέ Μεμά», μου φώναξε εψές, η σιόρα Κάτε, «το ξέρεις ότι δε βγήκες κι αντίς να σκας,  από τη στενοχώρια σου, έχεις χεστεί στα κεράσια και στα βούσκα;» Κι απάνου οπού επήαινα να τση αποκριθώ, επετάχτηκε η σιόρα Βιτώρια: «Μωρή, κουρλή, μωρή ζουρλή, μωρή δαιμονισμένη, δεν εκατάλαβες τσίποτσι; Ο αφέντης μας, δεν είπαμε ότι ούλα θα τα κάμει για να βγει τελευταίος ωσά να έβγαινε πρώτος;» Η σιόρα Κάτε εκωλοτανύστηκε, έβγαλε νια μπελαξιά κι εβγήκε όξου, να βοσκήσει χορτάρι και βελανίδια οπού τση είχα φέρει από  τσου Άη Φανέντες. Η σιόρα Βιτώρια, εσυνέχισε τσι παρόλες τση: «Ωρέ, αφέντη, είγδες το τι εγένηκε; Ούλοι επήανε με ούλους. Μου εθυμίσανε τα μπουρμπουρέλια οπού εφάαμε μπριχού τσι εκλοές». Τση απάντησα, περήφανος για ευκειές τσι ανάλυσες τση όμορφης Βιτώριας: «Εξεφτυλίστηκανε ούλοι, σιόρα μου, αλλά το καλό είναι ότι κάποιοι οπού το επαίζανε αρχηγοί, εμαυριστήκανε. Επήανε τσου αγρούς να μάσουνε μέντα για να έχουνε για τα γεράματά τσου». Και εκεί οπού ελέαμε ούλα ευκειά τα σοφά, ακούσαμε μια πνιχτή σκουξιά, λες και επέρναε το τρένο τση γραμμής Σάμη-Βλαχάτα. Εβγήκαμε και οι δυο στο κατώφλι και τι να ειδούμε: τη σιόρα Κάτε να τσερλίζεται και να μην μπορεί να κάτσει ορτή. Έτρεξα και τση έφκιασα τσάι με καφέ, εσυνήρθε και μου είπε με παράπονο: «Επειδής δεν εκατάλαβα, Μεμά μου, τον αγώνα που έδωκες, το περνάρι με εκδικήθηκε!». Τση είπα, να μη σκοτίζεται, η σιόρα Βιτώρια  τση είπε πόσο έξυπνη είναι κι εκείνη, κι η σιόρα Κάτε μου με ησυχία, άφησε μία βουτύρου, καλό προάγγελο για τσι βερβελήθρες οπού θα έκανε την άλλη μέρα, κροπιά για τσι ντομάτες και  τα βλήτρα μου. «Είδες, σιόρα Κάτε μου», τση είπα «πόσο χρειαζούμενη είσαι;»

Ήρτε η άλλη μέρα συλίντρεχη, εσάρωσα τσι βερβελήθρες-λίπασμα για το μποστάνι μου, έπλυνα τη μουσούδα μου, έπια και τη μέντα μου, ανακατεμένη με γλυκάνισο και αρμπαρόζα, επήρα τσι δυο σιόρες και ανέβηκα απά στο χαλέπεδο του Τραγάκη του Τσίμπιδου. Προηγουμένως εσυνάντησα και τον γνωστό αλαφρομακρυχέρη οπού κάθε χρόνο μου ξαφρίζει κι από ένα κατσίκι. «Άστονε», μου είχαν πει οι σιόρες μου. Τόνε είγδαμε, είναι ο Πριπέτσος ο Ποντικοπουνέντες, τι να τονε κάμεις! Γραφικός είναι. Να νομίζει πως δεν τονε ξέρουμε, ενώ ούλοι τον εξέρουμε, ευκειόνε και τσου κολέηδές του». Α, πού είμαστε, ναι….

Κι εκεί που τον είχα ξεχάσει, νάσου τόνε σα φάντε μπαστούνι. Το πλάσμα εκειό. Το τέρας. Τόμου ξαναδιαβάσετε την 1η ρετσέτα μου θα τον εθυμηθείτε. «Ωρέ, μαγαρισμένε», μου ελάλησε ευκειός που είχε ένα κεφάλι σα γκολοκύθα, με δυο χαυλιόδοντες οπού εβγαίνανε από τον γκαταπιώνα του, ο ένας ήτανε μαύρος, «ωρέ, δεούτελε!». Επήε να μ’ έβρει φαστίδιο, αλλά εθυμήθηκα πως τονε περίμενα. «Μπράβο, ωρέ, Μεμά, έκαμες ό,τι είπαμε. Επάλαιψες με νύχια και με δόντια, οι γίδες σου το ίδιο, εμεράζατε αρωματισμένο γάλα και δεν εβγήκες ακριβώς ωσά να έβγαινες πρώτος». «Σπολάτη σου, αρχηγέ», του αποκρέθηκα, «είμαι περήφανος». Κάτι επήε να πει η σιόρα Κάτε, αλλά επετάχτηκε με έναν κλώτσο η σιόρα Βιτώρια και τση εβούλωσε το στόμα με ένα μάτσο χορτάρι.

«Δε μου λες», εμίλησε ευκειός με την γκολοκύθα, «είγδες το τι εγένηκε με τσι εκλοές; Εκλοές ήταν ευτούνες, ή μπουρμπουρέλια οπού δεν ήξερες ποιος ήταν με ποιόνε; Ο Δενέχης επήε με τον Καλαπιάνη ενώ πριχού ήτανε με τον Εχωφάη παρόλο που έλεε οπώς θα πάει με τον Εχωδίκιο. Ο κομματάρχης ο Λαοσώστης έκοψε μψήφους από τον Θασασώστη για να τσου δώξει στον Θασαζώση τον Μπεσμέσα οπού εκειός με τη σειρά του έδωσε μψήφους στον Βουβοστόμη τον Πολυλόγη. Και ο άλλος, ο Πολυσυμβούλης  οπού ελυπήθηκε που επούλησε τον Δενξέρη τον Θασασδώκη, επήε με τον Γλειφοσαλιάρη τον Δεμπόρη, οπού πριν ήτανε κολλητοί, αλλά τώρα ανανοήηκε πως εκειός που τον έσωζε τώρα θα σώσει τον άλλονε τον Καθικώλη τον Δωκηδουλειά».   Και εκεί οπού επήα να πω κι εγώ κατιτίς, έφυγε το πλάσμα, με νια αστραπή, οι σιόρες μου εμπελάξανε, από τη ντρομάρα μου έφυε ένας ανεμορούφουλας δυνατός οπού εσήκωσε και κουρνιαχτό, βεραμέντες.

Ροβολώντας με τσι σιόρες μου, επεράσαμε μέσα από τα αρκαία, από τα κάστρα και από τσου ναούς, από τσι κρήνες και από τα λουτρά. Μου σμπαραλιάζανε το μυαλό με τσι ερωτήσεις τσου: «Και τι είναι τούτο, και τι είναι κείνο, και γιατί, και γιατί, και γιατί, αφού θα είχαμε κόσμο και θα επουλούσαμε και γάλα», -άτιμες σκέφτηκα, για το νιτερέσο σας εσείς-, αλλά εγώ επήρα νια στενοχώρια! Μα νια στενοχώρια! Εσυφωνούσαμε, δηλαδής, αλλά ένας κόμπος έκατσε στον γκαταπιώνα μου, οπού δεν ημπόρια να τσάξω. Τα έβλεπα ούλα ευκειά και τι να σας πω, βωρέ δεμψηφοφόροι μου, ελυπήθηκα για ευκειά, ελυπήθηκα για εσάς, ελυπήθηκα για εμέ….

Αλλά, γεια σας ωρές, γεια σας και γεια σας κι ερπίζω να μην το μεταγνώσετε, οπού θα το μεταγνώσετε κακομοίρηδές μου, αλλά και που θα το μεταγνώσετε πάλε τα ίδια θα κάμετε. Αλλά κι εγώ τσι άλλες εκλοές «ΓΑΛΑ ΚΑΙ ΠΑΛΕ ΓΑΛΑ». Για να μην …γκσαναβγώ!...


ΜΕΜΑΣ ΜΠΡΑΤΣΕΤΟΣ

Γ. Μανωλάτος - Ο βιασμός της Φύσης....

...και ο μαρασμός της Κεφαλονιάς

Οι επιχειρηματικές διεργασίες και οι αθέμιτες συμπαιγνίες τους προσπαθούν να  βιάσουν τη φύση και να στερήσουν την Κεφαλονιά μας από το φυσικό λιμάνι της που είναι η  Σάμη.

Ανέκαθεν η Σάμη, σαν φυσικό λιμάνι της  Κεφαλονιάς μας, εξυπηρετούσε τα νησιά μας και συνέβαλε στην ανάπτυξη και την πρόοδό τους.

Πάνω από 50 χρόνια, η γραμμή των πορθμείων Ιθάκη-Σάμη-Πάτρα-Σάμη-Ιθάκη εξυπηρετούσε τα δύο νησιά μας και τους κατοίκους τους συμβάλλοντας όχι μόνο στην ανάπτυξη του νομού μας,  αλλά και επιφέροντας διευρυμένα κέρδη στους πλοιοκτήτες που  εκμεταλλεύονταν τη γραμμή.

Η γραμμή Ιθάκη-Σάμη-Πάτρα-Σάμη-Ιθάκη υπήρξε η δημιουργός  μαγιά ενός  στόλου πορθμείων των πολύ γνωστών «Blue Star Ferry». Ας μη το ξεχνάμε αυτό. Πώς τώρα έγινε, ξαφνικά, μη κερδοφόρος  γραμμή; Όχι δεν πρόκειται περί αυτού.

Πρόκειται για επιχειρηματική συμπαιγνία. Κλίνοντας και αδρανοποιώντας, εντέχνως, το φυσικό λιμάνι της Κεφαλονιάς, το λιμάνι της Σάμης, οι πλοιοκτήτριες εταιρείες που εκμεταλλεύονται τη γραμμή Κυλλήνη-Πόρο προσδοκούν αθέμιτα υπερκέρδη.

Η επιχειρηματική συμπαιγνία και οι μονοπωλιακές πρακτικές καθώς  και η δημιουργία καρτέλ, είναι παράνομες πράξεις  και  πρακτικές και  διώκονται από το νόμο σαν κακουργήματα.

Ας επέμβει ο κ. ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ και τα αρμόδια ελεγκτικά  όργανα της πολιτείας.

Ας ενδιαφερθούν οι δήμαρχοι της Κεφαλονιάς και της  Ιθάκης.

Ας επέμβουν ο Περιφερειάρχης και ο Αντιπεριφερειάρχης μας που είναι κεφαλλονίτες και μάλιστα ο 
Αντιπεριφερειάρχης μας είναι από τη Σάμη.

Ας ζητήσουν από τα αρμόδια  όργανα της δικαιοσύνης και της πολιτείας να  διερευνήσουν την περίπτωση της επιχειρηματικής συμπαιγνίας και της μονοπωλιακής πρακτικής με σκοπό να δημιουργήσουν αθέμιτα υπερκέρδη.

Εμείς, σαν κάτοικοι, σαν φορείς της  Κεφαλονιάς  και της Ιθάκης δε θα πρέπει να πέσουμε στην παγίδα των επιτήδειων που διαδίδουν ότι «…αν δεν έχει  καράβι η Σάμη δεν τρέχει και τίποτα». Δεν πρόκειται μόνο για τη Σάμη. Η γραμμή  αυτή εξυπηρετεί όλη την Κεφαλονιά κατά πολύ καλύτερα από τη  γραμμή του Πόρου.  Μόνο οι Πρόνοι εξυπηρετούνται καλύτερα με τη γραμμή του Πόρου. Η  Σάμη βέβαια πλήττεται πρώτη και πιο γρήγορα από  τις άλλες περιοχές της  Κεφαλονιάς. 

Ας μη επιτρέψουμε να γίνουν οι πόλεις μας, από πρωταγωνιστές της ιστορίας, χωριά χωρίς ιδιαίτερη σημασία.

Ας αντιστρέψουμε τη φορά των γεγονότων.

Ας απογοητεύσουμε αυτούς που με  τις κακόβουλες διεργασίες τους προσπαθούν να υποβιβάσουν το τόπο μας και να επιφέρουν το μαρασμό στη Σάμη και την Κεφαλονιά μας.

Ας ξυπνήσουμε επιτέλους, ας ενεργοποιηθούμε και ας αφήσουμε πίσω την αδράνειά μας.

Ας δράσουμε ενωμένοι, δραστήριοι και αποτελεσματικοί ώστε η Σάμη και η Κεφαλονιά μας  να ξεφύγει από τον μαρασμό και να περάσει σε φάση άνθισης!

Γαβριήλ Μανωλάτος
Καθηγητής Οικονομικών και Ανάπτυξης

Κάτοικοι Σάμης: Απαιτούμε την άμεση επιστροφή των αφαιρεθέντων περιουσιακών στοιχείων της Δημοτικής Κοινότητάς μας!

Στη Σάμη γινόταν μια σειρά πολιτιστικών εκδηλώσεων πάνω από 20 χρόνια τόσο το καλοκαίρι όσο και τον χειμώνα. Εκδηλώσεις γνωστές για την ποιότητά τους σε όλο το νησί.

Στα τριάμισι χρόνια του Δήμου Κεφαλονιάς οι εκδηλώσεις μειωνόντουσαν αισθητά με αποκορύφωμα να εξαφανιστούν τα γνωστά "Εόρτια Σάμης" 2013, και το 2014 ο εορτασμός για το ολοκαύτωμα των Μουζακάτων και η 21η Μαΐου στην γενέτειρα του ριζοσπάστη Ηλία Ζερβού Ιακωβάτου.

Με πρωτοβουλία του Πολιτιστικού Συλλόγου "Ο ΑΙΓΙΑΛΟΣ" γιορτάστηκε η Πρωτομαγιά στα ΑΓΡΙΛΙΑ και εκεί διαπιστώσαμε ότι από τις 1200 καρέκλες που είχε η Δημοτική Κοινότητα Σάμης υπάρχουν μόνο 150 και από τα 80 τραπέζια μόνο 7.

Σήμερα 4 Ιουνίου 2014 η Σάμη έμαθε από την ένταση του Αντιδημάρχου της κου Δ. Κοκκόση ότι έχει αφαιρεθεί προ διημέρου και η ηχητική μονάδα της Δημοτικής Κοινότητας Σάμης από τον πρόεδρο της Κ.Ε.ΔΗ.ΚΕ κο Άγγελο Κωνσταντάκη, περιουσία της Δημοτικής Κοινότητας.

Με τις πράξεις του αυτές ενταφιάζει κάθε πολιτιστική δραστηριότητα στην Σάμη. Οι πράξεις αυτές τελούν εν αγνοία της Προέδρου Σάμης και του Αντιδημάρχου.

Μετά από αυτές τις άχρωμες "πολιτιστικές" ενέργειες οι κάτοικοι της Σάμης συντάσσονται με τον Αντιδήμαρχό τους και απαιτούν την άμεση επιστροφή όλων των αφαιρεθέντων από την Κ.Ε.ΔΗ.ΚΕ.

Οι κάτοικοι της Σάμης

Πάραλος - Μόνο το καράβι;

Έντονη κινητικότητα αυτές τις μέρες σχετικά με το καράβι και τη σύνδεση της Σάμης και της Ιθάκης με την Πάτρα. 

Και αντίστοιχα έντονο παρασκήνιο. 

Και αναλύσεις βέβαια που συνδέουν άμεσα τη διακοπή της σύνδεσης με το μαρασμό της Σάμης.

Επιτρέψτε μου να θεωρώ αυτές τις αναλύσεις από πρόχειρες έως αυθαίρετες

Να θυμίσω την ανάπτυξη της Αγίας Ευφημίας όταν σταμάτησε η ακτοπλοϊκή σύνδεση με τον Αστακό. Η γραμμή δεν επέστρεψε ποτέ στην Αγία Ευφημία.

Να θυμίσω και την αποστροφή στα κάλαντα του Κοντραστάρου το 2010 (ναί τότε) που μας έλεγε "…στη Σάμη που ΄γινε χωριό …λιμάνι τση Πυλάρου!" (δείτε το εδώ).

Για να προλάβω αντιδράσεις, δεν υποστηρίζω ότι δεν χρειάζεται το καράβι - σε καμμία περίπτωση. 

Υποστηρίζω, το είπα και πριν, ότι ο μαρασμός της Σάμης δεν οφείλεται μόνο στη διακοπή της σύνδεσης με την Πάτρα.

Δηλαδή, αν επιστρέψει η σύνδεση θα επιστρέψει και η ανάπτυξη στη Σάμη; 

Η συγκυρία λοιπόν ίσως (λέω ίσως, μπορεί να κάνω και λάθος) θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να σκεφτούμε πως θα μπορούσε να αναπτυχθεί ο τόπος μας και χωρίς τη γραμμή της Πάτρας. 

Πάραλος